Η σπηλαιολογία αρχίζει από τότε που η περιέργεια οδήγησε τον άνθρωπο σε υπόγειους κόσμους.
Το «The cave», το «Descent» και άλλες ταινίες περιπέτειας με φόντο τα σπήλαια έχουν τα τελευταία χρόνια την τιμητική τους. Σούπερ ήρωες με γυμνασμένα κορμιά, που δεν κουράζονται ποτέ να μάχονται, γυναίκες με καυτά σορτς στο υγρό και κρύο περιβάλλον του σπηλαίου και τερατόμορφα όντα που καραδοκούν στο σκοτάδι ήταν από τα κύρια χαρακτηριστικά τέτοιων ταινιών. «Μα, αλήθεια, αυτό είναι σπηλαιολογία; Γιατί δεν είχα ανακαλύψει τόσο καιρό αυτό το σπορ;» Αυτή την ερώτηση μου έκανε μια φίλη, που είδε τις ταινίες. Είμαι σίγουρη ότι πολλοί αναρωτιούνται τι είναι σπηλαιολογία, είτε έχουν δει τις ταινίες είτε όχι.
Ακόμα και πολλοί επισκέπτες των τουριστικά αξιοποιημένων σπηλαίων δεν γνωρίζουν ποια είναι η πραγματική σπηλαιολογία, η σπηλαιολογία, δηλαδή, πίσω από τα φώτα της τουριστικής διαδρομής. Σπήλαιο είναι κάθε έγκοιλο της γης που χωράει έναν άνθρωπο και δημιουργείται από τη διάβρωση του νερού στο πέτρωμα με μηχανικό (λόγω της τριβής) ή χημικό τρόπο (τα χημικά στοιχεία που περιέχονται στο νερό λειτουργούν ως οξέα για την πέτρα). Ο ασβεστόλιθος, όταν τον διαπερνά νερό, διαβρώνεται ευκολότερα από τα υπόλοιπα πετρώματα. Το νερό, με την πάροδο εκατομμυρίων χρόνων, μεγαλώνει την κοιλότητα και δημιουργεί αίθουσες, λίμνες, σταλακτίτες, που με τη σειρά τους δημιουργούν σταλαγμίτες και όλο τον υπόλοιπο διάκοσμο του σπηλαίου. Αν αναλογιστεί κανείς ότι ένα εκατοστό σταλακτίτη χρειάζεται περίπου εκατό χρόνια για να σχηματιστεί, τότε συνειδητοποιεί πόσα εκατομμύρια χρόνια χρειάζονται για να σχηματιστεί ένας εντυπωσιακός διάκοσμος.
Τα περισσότερα από τα Ελληνικά βουνά αποτελούνται από ασβεστολιθικό πέτρωμα. Η Ελληνική γη, λοιπόν, κρύβει πολλά σπήλαια. Περίπου 11.000 σπήλαια έχουν καταγραφεί και ο κατάλογος συνεχώς μεγαλώνει, ενώ ένας πολύ μικρός αριθμός τους έχει εξερευνηθεί επαρκώς. Η χώρα μας αποτελεί έναν σπηλαιολογικό παράδεισο και είναι στη διάθεση όσων διψούν για εξερεύνηση. Κάποια από τα σπήλαια έχουν αξιοποιηθεί τουριστικά και έχουν δώσει τη δυνατότητα στο κοινό που ενδιαφέρεται να επισκεφθεί αυτά τα θαύματα της φύσης, παρόλο που σε πολλές περιπτώσεις η ανθρώπινη παρέμβαση έχει αποδειχθεί καταστροφική για τα σπήλαια. Ο διάκοσμος διαφέρει από σπήλαιο σε σπήλαιο. Λίγα μόνο μέτρα κάτω από τη γη αρκούν, για να ανακαλύψουμε έναν υπόγειο θησαυρό. Από τη στιγμή που οι σπηλαιολόγοι εισέρχονται στον υπόγειο κόσμο των σπηλαίων, βιώνουν μια τελείως διαφορετική αίσθηση. Επικρατούν το σκοτάδι, η υγρασία και συνήθως η απόλυτη ησυχία. Ο χρόνος σταματά και ο σπηλαιολόγος παρασύρεται από τη γοητεία του αγνώστου με την ελπίδα μιας καινούριας ανακάλυψης. Το υγρό στοιχείο υπάρχει και στα σπήλαια για όποιον το λατρεύει. Εντυπωσιακές λίμνες με κρυστάλλινα νερά, υπόγεια ποτάμια που ρέουν κάτω από τη γη και θορυβώδεις καταρράκτες που χάνονται στα βάθη του σπηλαίου απαντώνται συχνά. Τα πλημμυρισμένα τμήματα ενός σπηλαίου μπορούν να εξερευνηθούν μόνο από σπηλαιοδύτες. Η ηρεμία των νερών διαταράσσεται μόνο από τον αέρα που εκπνέει ο αυτοδύτης σπηλαιολόγος με τη βοήθεια των φιαλών, ενώ το νήμα που τοποθετεί πίσω του (μίτος της Αριάδνης) είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ασφαλή επιστροφή του εξερευνητή.
Ακόμα και τα σπήλαια, όμως, κατοικούνται, όσο ακραίες συνθήκες κι αν επικρατούν, από πλευράς φωτός και υγρασίας. Στα μοναδικά αυτά δημιουργήματα της φύσης συναντά κανείς μικροσκοπικούς οργανισμούς, απόλυτα προσαρμοσμένους στο σκοτεινό και ήσυχο περιβάλλον της υπόγειας ζωής. Μικροί ζωντανοί οργανισμοί, νυχτερίδες και μικροσκοπικά αρθρόποδα, που μοιάζουν με τις γνωστές ακρίδες, είναι οι λιγοστοί κάτοικοι του ανήλιαγου κόσμου. Πολλά από αυτά είναι σχεδόν διάφανα και χωρίς όραση. Έχουν προσαρμοστεί, δηλαδή, εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια στο απόλυτο σκοτάδι, στη σταθερή θερμοκρασία, αλλά και στην έλλειψη τροφής για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμα και η ανθρώπινη ανάσα διαταράσσει για λίγο την ηρεμία του περιβάλλοντος. Έτσι, η είσοδος στα σπήλαια απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, για να μη θέσει σε κίνδυνο τα μοναδικά έμβια όντα, τα οποία από πολλούς έχουν χαρακτηριστεί ζωντανά απολιθώματα. Σεβασμό, όμως, απαιτούν και τα μοναδικά αριστουργήματα: οι σταλακτίτες και σταλαγμίτες, οι κουρτίνες, τα γκουρ (δαντελωτές λίμνες από ασβεστίτη), οι ελικτίτες, οι κολόνες και όλος ο υπόλοιπος μοναδικός διάκοσμος, τον οποίο αριστοτεχνικά έχει δημιουργήσει η φύση με την πάροδο των αιώνων. Δυστυχώς, οι καταστροφές στα οριζόντια σπήλαια είναι μεγάλες από την είσοδο του κόσμου, ενώ τα σκουπίδια στα οριζόντια βάραθρα είναι συχνότατο φαινόμενο. Όπου υπάρχει πρόσβαση χωρίς να απαιτούνται ειδικές τεχνικές, τα σταλακτιτικά είναι κατεστραμμένα και συνήθως κοσμούν ράφια βιβλιοθηκών.
Η σπηλαιολογία αρχίζει από τότε που η περιέργεια οδήγησε τον άνθρωπο σε υπόγειους κόσμους. Κάποια σπήλαια σήμερα έχουν αρχαιολογικό, ιστορικό και γεωλογικό ενδιαφέρον. Οι σπηλαιολόγοι είναι ειδικά εκπαιδευμένοι για να εξερευνούν, να μελετούν, να χαρτογραφούν, να καταγράφουν και να φωτογραφίζουν τα σπήλαια. Αν και η σπηλαιολογία φαντάζει πολύ «επιστημονική», λίγοι ασχολούνται επαγγελματικά με αυτήν, ενώ η πλειοψηφία των σπηλαιολόγων είναι άνθρωποι που αγαπάνε τη φύση και την περιπέτεια, τους εξιτάρει το άγνωστο και η εξερεύνηση, θέλουν να αποκτήσουν νέες εμπειρίες, να ανεβάσουν την αδρεναλίνη, να βιώσουν κάτι πρωτόγνωρο. Η εκπαίδευση των επίδοξων σπηλαιολόγων γίνεται από σπηλαιολογικούς συλλόγους (μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς), διαρκεί περίπου δύο με δυόμισι μήνες και προσφέρει ένα ικανοποιητικό επίπεδο εξοικείωσης με τις σπηλαιολογικές τεχνικές κατάβασης (τεχνική μονού σχοινιού). Επίσης καλύπτει ένα μεγάλο μέρος των θεωρητικών γνώσεων που απαιτούνται, όπως γεωλογία, χαρτογράφηση, βιολογία σπηλαίων, ασφάλεια στα σπήλαια και προστασία, παλαιοανθρωπολογία, βασικές αρχές σπηλαιοκατάδυσης και άλλα.
Η βασική ασχολία των σπηλαιολόγων είναι η εύρεση νέων σπηλαίων και η εξερεύνησή τους. Η εξερεύνηση ενός σπηλαίου, όμως, δεν αφορά μόνο στα οριζόντια σπήλαια, ούτε σταματάει όταν ο σπηλαιολόγος βρεθεί μπροστά σε ένα κάθετο βάραθρο. Σήμερα, πλέον, με την εξέλιξη του εξοπλισμού, μπορεί να εξερευνήσει με ασφάλεια ένα βάραθρο πολλών δεκάδων μέτρων, χρησιμοποιώντας την τεχνική κατάβασης και ανάβασης σε μονό σκοινί. Παλαιότερα, η χρήση της ανεμόσκαλας έδινε τη δυνατότητα εξερεύνησης βαράθρων μικρού βάθους. Σήμερα, όμως, τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο. Ενημερωτικά να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα το βαθύτερο σπήλαιο έχει βάθος 1.208 μέτρα (Σπήλαιο Γουργούθακας στα Λευκά Όρη Κρήτης), ενώ το βαθύτερο στον κόσμο έχει βάθος 2.140 μέτρα (Σπήλαιο Βορόνια-Κρουμπέρα στον Δυτικό Καύκασο).
Η σπηλαιολογία ως ενασχόληση έχει αρχίσει να γίνεται γνωστή τα τελευταία χρόνια. Κάθε σπηλαιολόγος την επιλέγει για διαφορετικούς λόγους. Άλλοι ενθουσιάζονται με την εξερεύνηση, ενώ για κάποιους άλλους αποτελεί extreme sport. Άλλοι μαγεύονται από τον διάκοσμο, ενώ άλλοι συμμετέχουν για την καλή παρέα, τις εκδρομές στη φύση και την περιπέτεια. Σε άλλους αρέσει η φωτογράφηση, σε άλλους οι τεχνικές. Όποιος κι αν είναι ο λόγος, όμως, που κάποιος ασχολείται με τη σπηλαιολογία, ένα είναι σίγουρο: δεν χρειάζεται να έχει το κορμί των ηρώων των κινηματογραφικών ταινιών, ούτε το θάρρος του Ράμπο. Σημασία έχει η θέληση, που καθιστά κάποιον ικανό να πετύχει τους προσωπικούς του στόχους και να ξεπεράσει τις φοβίες που ίσως έχει. Μέσα από τους σπηλαιολογικούς συλλόγους κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να συμμετάσχει σε αποστολές/εξερευνήσεις σπηλαίων, γνωρίζοντας παρθένα μέρη της Ελλάδας και απολαμβάνοντας τις ομορφιές της φύσης. Το μόνο που χρειάζεται είναι αγάπη για το περιβάλλον, λαχτάρα για την περιπέτεια και μια μέτρια φυσική κατάσταση…
Κείμενο: Μαργαρίτα Κανελλίδου
Φωτογραφίες: Ηλίας Καζαής
Πηγή: Περιοδικό Εναλλακτικός Τουρισμός
Από το ΑΝΑ-ΜΠΑ