Δεμένο με μύθους και θρύλους αιώνων, ιδιαίτερα στην περιοχή της Κάρλας, είναι το πτηνό Ήταυρος. Πρόκειται για ένα είδος ερωδιού, ο Ήταυρος Αστερίας, κρυφό συνήθως από τους ανθρώπους και με παράξενη φωνή. που αποτέλεσε αφορμή για μύθους και θρύλους σε όλους του υγροτόπους της χώρας, αλλά και στη περιοχή της Κάρλας.

Ακόμα και λίγο πριν από την αποξήρανση της λίμνης Κάρλα, το 1960, έγινε η μεγαλύτερη καταμέτρηση παρυδάτιων πτηνών που έχει καταγραφεί στην Ελλάδα, όταν μετρήθηκαν περίπου 430.000 διαχειμάζοντα παρυδάτια πτηνά (πάπιες, φαλαρίδες κ.λπ.). Είχαν καταγραφεί 143 είδη πουλιών, από τα οποία τουλάχιστον 55 θεωρούνται σήμερα προστατευόμενα.

Ο Ήταυρος, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε σε σχετική ημερίδα του Μουσείου Λιμναίου Πολιτισμού Κάρλας ΚΕ.ΜΕ.ΒΟ., στα Κανάλια Μαγνησίας, ο επιστήμονας Θεολόγος Παρδαλίδης, είναι ένας μεγαλόσωμος ερωδιός (μήκους 69-81 εκατοστά), με χοντρό λαιμό και με κοντά πόδια, που τού δίνουν ένα παράξενο περπάτημα, καθώς οι πατούσες του σέρνονται πίσω από το σώμα του.

Το φτέρωμά του είναι καστανό, με αποχρώσεις καφέ έως πυρόξανθο και με μαύρες ρίγες στη ράχη και τις φτερούγες. Είναι είδος κρυπτικό. Πολύ χαρακτηριστική είναι η στάση που παίρνει όταν αντιλαμβάνεται ότι κινδυνεύει. Παραμένει ακίνητος, με ανασηκωμένο το ράμφος του, δίνοντας την εντύπωση μικρού πασσάλου. Η στάση του αυτή δημιουργεί μια πολύ πετυχημένη παραλλαγή ανάμεσα στα καλάμια, όπου διακρίνεται με μεγάλη δυσκολία.

Η φωνή του είναι βραχνή και ακούγεται το χάραμα ή το σούρουπο. Είναι χαμηλόσυχνη και για αυτό ακούγεται σε απόσταση 5 χιλιομέτρων. Εκπνέει σαν απόμακρη κόρνα πλοίου και τροφοδοτεί θρύλους και παραμύθια. Τον αποκαλούν το «θεριό του βάλτου» λόγω του απόμακρου μουγκρίσματός του που δεν εντοπίζεται εύκολα. Η φωνή του αλλά και ο βιότοπός του αποτέλεσαν την βάση για τις ονομασίες που του έχουν αποδοθεί, Botaurus από το «Βους» και «Ταύρος».

Το άλλο του όνομα είναι τρανομουγκάνα, που εμπνέεται από τη φωνή του, η οποία μοιάζει με μουγκανητό και ακούγεται δυνατά, μακριά. Το χαρακτηριστικό της φωνής του είναι οι κραυγές που μοιάζουν με το μουγκρητό του βοδιού. Θα μπορούσε να είναι αυτό το μικρό πτηνό η αιτία του υπόκωφου θορύβου που άκουγαν τόσο συχνά οι κάτοικοι γύρω από τις λίμνες της Ελλάδας, αναρωτιέται ο κ. Παρδαλίδης κι απαντά ο ίδιος: «Πολύ εύκολα, η πίστη σε μια τέτοια ερμηνεία μπορεί να λύσει αμέσως όλα μας τα ερωτήματα».

Σήμερα, το τέρας της λίμνης αντιμετωπίζει πρόβλημα εξαφάνισης στην Ευρώπη και για τον λόγο αυτό βρίσκεται υπό καθεστώς προστασίας: συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο του Κόκκινου Βιβλίου για τα απειλούμενα σπονδυλόζωα της Ελλάδος, στην κατηγορία Απροσδιόριστα. Συμπεριλαμβάνεται στα είδη του Παραρτήματος Ι της Κοινοτικής Οδηγίας 79/409 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διατήρηση των άγριων πουλιών και στα είδη του Παραρτήματος ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής άγριας ζωής και των φυσικών βιοτόπων.

Είναι κρίσιμο, λοιπόν, να ληφθούν όλα τα μέτρα για την επιβίωσή του, τόσο στη λίμνη Κάρλα όσο και στους άλλου υγροτόπους της χώρας. Για να γίνει αυτό εφικτό πρέπει να προστατευτούν οι βιότοποι, στους οποίους φωλιάζει, δηλαδή οι καλαμιώνες, στους οποίους ο σχεδιασμός της επανασύστασης δεν έδωσε ιδιαίτερο βάρος.

Μια άλλη εξήγηση για το στοιχειό της λίμνης έδωσε, με στοιχεία που παρουσίασε στην ίδια ημερίδα, ο γεωλόγος Σταύρος Γαρουφαλής. Τόνισε πως η επιστήμη της Γεωλογίας βεβαιώνει ότι, πραγματικά πριν από 12 – 15.000 χρόνια η Θεσσαλία ήταν λίμνη και μόνον περί το 9 – 10.000 π.χ. απόκτησε τη σημερινή γεωλογική μορφή. Στις αρχές της εποχής του Χαλκού η στάθμη της λίμνης ήταν κάτω από τα 50 μέτρα και στα 64 μέτρα κατά τα τέλη της Μυκηναϊκής εποχής.

Ο Πηνειός ποταμός και οι υδάτινοι όγκοι, που κατέβαιναν από τα γύρω βουνά, ήταν και είναι η αιτία αυξομείωσης του βάθους της Κάρλας, που ήταν για τους κατοίκους της γύρω περιοχής πηγή ζωής, αλλά ταυτόχρονα το ανεξήγητο μουγκρητό που έρχονταν απροειδοποίητα από τη μεριά της, έτρεφε μύθους και παραδόσεις.

Για να δώσει κάποιος πειστική ερμηνεία για όλα αυτά, συμπέρανε ο κ. Γαρουφαλής, θα πρέπει να δεχθεί τόσο την εκδοχή της ύπαρξης ενός πλάσματος , όσο και την γεωλογική εκδοχή του φυσικού φαινομένου για κίνηση υδάτων και ρευμάτων αέρα στο υπέδαφος των λιμνών. Ίσως να συνέβαινε μια από τις δύο εκδοχές ή και οι δύο μαζί. Το να κρύβεται ένα ζώο σε απρόσιτα σημεία που επέλεξε σαν καταφύγιο στην διαρκώς αυξανόμενη ανθρώπινη επέκταση, μοιάζει απόλυτα λογικό και θα αποτελούσε αντικείμενο έρευνας της κρυπτοζωολογίας.

Η άποψη του Αριστοτέλη είναι ότι ο βόμβος ή το μούγκρισμα που προέρχεται από διάφορες υδάτινες συγκεντρώσεις (λίμνες, έλη), παράγεται στα στάσιμα σημεία των υδάτων, εκεί δηλαδή που το νερό εκβάλλει στη θάλασσα καθώς εκεί συμβαίνει εκτόνωση συσσωρευμένου αέρα σε υπόγειες σήραγγες, από στενότερα σημεία σε άλλα πλατύτερα.

Έρευνες με μηχανήματα ανίχνευσης της μορφολογίας του υπεδάφους των λιμνών, έδειξαν ότι σήραγγες και καταβόθρες, μπορούν να εγκλωβίσουν μεγάλες ποσότητες αέρα ανάλογα με το άδειασμα ή το γέμισμά τους με νερό, απόρροια των κλιματολογικών συνθηκών (οι βόμβοι ακούγονταν κυρίως στη μετάβαση από ξηρασία σε πλημμύρες αλλά και αντίστροφα). Ίσως η ύπαρξη αυτών των υπόγειων μορφολογικών σχηματισμών αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα σε ένα φυσικό φαινόμενο και ένα είδος πλάσματος.

Διαφορετική ήταν η προσέγγιση του θέματος «Ήταυρος» από τη φιλόλογο Σταματία Μωραΐτη, που ερεύνησε την ονομασία μέσα από μια σειρά θρύλων και μέσα από τη μυθολογία μας κι έδωσε τη δική της εξήγηση για την προέλευση του ονόματος Ήταυρος.

Η Κάρλα, υπογράμμισε η κ. Μωραΐτη, ήταν λίμνη συνδεδεμένη με τον Φοίβο Απόλλωνα, το θεό του φωτός, συνεχιστή της λατρείας του Ήλιου, έναν θεό που συνδέεται με τον Ήταυρο, με τη μορφή του ερωδιού, του Ήταυρου Αστερία ή Βούταυρου αστεροσκόπου, που κρώζει το χάραμα και το σούρουπο με φωνή που ακούγεται από χιλιόμετρα μακριά. Τη θεϊκή καταγωγή από τον Απόλλωνα και τη φωτεινότητα της Κάρλας τη μαρτυρεί από τη μια το αρχαίο όνομά της, Βοιβηΐδα, από το Βοίβη-Φοίβη τη γιαγιά του Απόλλωνα, όνομα που σημαίνει λαμπερή, κι από την άλλη ο μύθος του ίδιου του θεού Απόλλωνα που για 9 χρόνια βόσκει στην περιοχή της Κάρλας τα κοπάδια του βασιλιά των Φερών Άδμητο.

Αγαπημένη περιοχή, λοιπόν, για τον Απόλλωνα η Κάρλα και πίσω απ’ όλους αυτούς τους μύθους δεν μπορεί κανείς παρά να αντιληφθεί πως ο ζωοδότης Ήλιος χάριζε αφειδώλευτα το φως του κι έκανε γόνιμη την περιοχή της Κάρλας, μια λίμνη που για αιώνες αποτέλεσε ένα θαυμάσιο υγρότοπο με καλαμιώνες, με αβαθή νερά και γενικά ιδανικές συνθήκες για τη διαβίωση και αναπαραγωγή πολλών πτηνών, και του Ήταυρου Αστερία ανάμεσα στα άλλα.

Ο θεός Απόλλωνας γεννήθηκε στη Δήλο που παλιότερα λεγόταν Αστερία και Ωρτυγία, δηλαδή χώρα της όρτυγος, του πτηνού η εμφάνιση του οποίου αναγγέλλει την ανατολή της μέρας. Έτσι, οι λέξεις Δήλος-Αστερία- Ωρτυγία δηλώνουν την ιδέα της Ανατολής, της έλευσης του ήλιου, τη γέννηση του Απόλλωνα.

Και κατέληξε η κ. Μωραΐτη στο συμπέρασμα πως το πουλί αυτό ονομάστηκε Ήταυρος, επειδή στη συνείδηση του κόσμου πέρασε ως ο ταύρος του Ήλιου, του Απόλλωνα. Όσο για τις ονομασίες Γήταυρος και Νήταυρος που συναντώνται, τόνισε ότι δεν είναι παρά άλλη απόδοση του ονόματος Ήταυρος, όπως αυτό μεταφέρεται από στόμα σε στόμα.

Στο θεσσαλικό γλωσσικό ιδίωμα έχουμε και λέξεις που αναπτύσσουν ένα «γ» στην αρχή της λέξης, που αρχίζει από φωνήεν, το οποίο συμπροφέρεται με το φωνήεν της προηγούμενης. Έτσι, ο ήλιος γίνεται ο (ου) γήλιος (-ους), το αίμα γίνεται το (του) γαίμα. Το ίδιο, ο Ήταυρος έγινε ο Γήταυρος, όνομα που από μερικούς θεωρήθηκε ότι, είναι σύνθετο από τις λέξεις γη και ταύρος. Λανθασμένα, όμως, γιατί ο Ήταυρος σχετίζεται πάντα με το υγρό στοιχείο κι όχι τη στεριά.

Επίσης, το όνομα Νήταυρος προήλθε από την αιτιατική του ενικού λόγω συμπροφοράς του άρθρου και του ουσιαστικού, γιατί θεωρήθηκε ότι είναι λέξεις αναπόσπαστες . Έτσι έχουμε την ουρά που έγινε τη νουρά και τον Ήταυρο που έγινε το Νήταυρο.
Σύμφωνα μ΄αυτά , λοιπόν, θεσσαλική είναι η προέλευση του ονόματος Ήταυρος, του ταύρου του ήλιου, και άρρηκτα δεμένη με το θεό Απόλλωνα και τη λίμνη Κάρλα που με τις καταβόθρες της και τους καλαμιώνες της για αιώνες υπήρξε ένας πλούσιος υγρότοπος ο οποίος συνδύαζε άριστα το υγρό στοιχείο του Ποσειδώνα και το στοιχείο του Ήλιου- Απόλλωνα.
Το στοιχειό της λίμνης δεν υπήρξε το φοβερό στοιχειό, που προκαλούσε το κακό, αλλά ο προστάτης φίλος, που προειδοποιούσε για επικείμενες συμφορές, λες και νοιαζόταν και ήθελε να προϊδεάσει τους ανθρώπους για να προετοιμαστούν.

Στην εποχή μας, όμως, που η επιστημονική γνώση μας απομακρύνει από θρύλους και δοξασίες, όχι η φωνή του Ηταύρου, αλλά η απουσία της φωνής του θα’ πρεπε να μας τρομάζει, γιατί η απουσία αυτών των μουγκρητών δηλώνει την απουσία υπόγειων νερών και την απουσία υγροτόπων πλούσιων σε χλωρίδα και πανίδα, επισήμαναν οι ομιλητές στην ημερίδα.

Θεατρική παράσταση για τον Ήταυρο

Το Μουσείο Λιμναίου Πολιτισμού Κάρλας-ΚΕ.ΜΕ.ΒΟ. έχει αναλάβει την παραγωγή του θεατρικού έργου «Ήταυρος, στο υγρό μάτι της θεσσαλικής γης» του Ευάγγελου Κάβουρα σε σκηνοθεσία Θανάση Ζέρβα. Σκοπός του έργου είναι, έπειτα από τη σχετική έρευνα, βιβλιογραφική και επιτόπια που προηγήθηκε, η προβολή του Κάρλιου Λιμναίου Πολιτισμού με την αμεσότητα, τη ζωντάνια και την παραστατικότητα του θεάτρου, έτσι όπως αυτό ξέρει να διεγείρει τις αισθήσεις μας, να μας συγκινεί και τελικά να αφήνει ανεξίτηλα ίχνη μέσα μας.

Για τη σύνθεση του έργου, ο συγγραφέας άντλησε σαν από δεξαμενή, στοιχεία από τα αρχεία του Μουσείου για τον Κάρλιο τρόπο ζωής, τα ύφανε αριστουργηματικά με την πένα του και κατάφερε να μας δώσει με φόντο την Κάρλα, μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία αγάπης, η μοίρα της οποίας ακολούθησε τη μοίρα της λίμνης, αποκοιμήθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα και ξαναγεννήθηκε στη συνέχεια. Παρούσα σ’ όλη την εξέλιξη του έργου η Νηρηίδα της Κάρλας, ο Ήταυρος. Είναι ένας ζωντανός θρύλος της περιοχής που αναγεννιέται στο νεοσύστατο πια «υγρό μάτι της Θεσσαλικής γης», τη νεο-Βοιβηίδα.

Η σκηνοθετική ματιά του Θανάση Ζέρβα δε στάθηκε μόνο στο διδακτικό και λυρικό χαρακτήρα του κειμένου του Ευάγγελου Κάβουρα, αλλά προσπάθησε να αποκρυπτογραφήσει τον ψυχισμό των ηρώων και να αποδώσει με ζωντάνια και ρυθμό μια ιστορία που ξεκινά τις παραμονές της αποξήρανσης της Κάρλας και φτάνει στο σήμερα. Το έργο κρίνεται ιδιαίτερα επίκαιρο, καθώς συμβαδίζει με τα σύγχρονα γεγονότα για την ανασύσταση της λίμνης, που έχει τραβήξει το ενδιαφέρον, τόσο το πανελλαδικό όσο και το διεθνές. Όραμα του συγγραφέα και του σκηνοθέτη είναι να περάσουν στο κοινό μέσα από το χώρο της σκηνής την ευαισθησία τους για την κάποτε μεγάλη μας λίμνη και για έναν τρόπο ζωής που εξαφανίστηκε μαζί με τα νερά της.

Αποστόλης Ζώης

Πηγή: ΑΠΕ

helectra

Share

Σχολιάστε